Τελευταία Νέα
Ιαν 17

Χαιρετισμός του Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Μαργαρίτη Σχοινά στο Εθνικό Αναπτυξιακό Συνέδριο για το νέο ΕΣΠΑ 2021 – 2027

Ομιλία του Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Μαργαρίτη Σχοινά στο Εθνικό Αναπτυξιακό Συνέδριο για το νέο ΕΣΠΑ 2021 – 2027, στο Μέγαρο Μουσικής.

 

«Με ιδιαίτερη χαρά βρίσκομαι σήμερα εδώ, να μιλήσουμε για τις μεγάλες αναπτυξιακές προκλήσεις που παρουσιάζονται και για την Ευρώπη,  αλλά και για τη χώρα μας σε αυτή τη νέα δεκαετία.

Πιστεύω ότι η συγκυρία δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερη για μία τέτοια συζήτηση, πρώτον γιατί η διαπραγμάτευση για το πλαίσιο των δημοσιονομικών προοπτικών 2021 – 2027 βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και πιστεύω δεν θα αργήσουμε να καταλήξουμε.

Είναι μια διαπραγμάτευση δύσκολη, τεχνική, αλλά και συνάμα πολιτική και μια διαπραγμάτευση στην οποία ο Έλληνας Πρωθυπουργός με τους συναδέλφους του βρίσκεται σε συνεχή επαφή. Είχαν ήδη μια πολύ κρίσιμη συζήτηση, τον Δεκέμβριο, στη Σύνοδο Κορυφής και αυτές οι κουβέντες θα ενταθούν και στην Κροατική και στη Γερμανική Προεδρία.

Όσο λοιπόν πλησιάζει η ώρα των κοινοτικών αποφάσεων, τόσο γίνεται επείγουσα η συζήτηση για την αποσαφήνιση των εθνικών αναπτυξιακών προτεραιοτήτων και τον εθνικό σχεδιασμό.

Ταυτόχρονα άλλο καλό στοιχείο στην τωρινή συγκυρία, είναι ότι για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, αυτή η συζήτηση για τον αναπτυξιακό σχεδιασμό της χώρας, γίνεται σε συνθήκες εξόδου από την κρίση. Είναι η πρώτη φορά που έχουμε αυτή τη συζήτηση με την κρίση πίσω μας. Μπορούμε λοιπόν να χτίσουμε ως αρχιτέκτονες, με μεγαλύτερη ασφάλεια τώρα που οι πυροσβέστες αποσύρθηκαν από το πεδίο το αναπτυξιακό.

Φυσικά οι προτεραιότητές μας είναι το νέο ΕΣΠΑ 2021 – 2027, αλλά το 2021 δεν θα είναι απλώς ο πρώτος χρόνος του ΕΣΠΑ, θα είναι και η χρονιά που θα γιορτάσουμε όλοι μαζί οι Έλληνες ενωμένοι τα 200 χρόνια από την Εθνική Παλιγγενεσία. Είναι και αυτό ευτυχής συγκυρία, ότι αυτός ο εορτασμός βρίσκει και πάλι τη χώρα μας σε συνθήκες εθνικής ανάταξης και οικονομικής ανασυγκρότησης. Το ορόσημο του 2021 συνιστά μια νέα εθνική αφετηρία και όπως σε κάθε νέα αφετηρία, ανοίγονται μπροστά δύο δρόμοι, ο εύκολος και ο δύσκολος.

Γνωρίζω προσωπικά από πρώτο χέρι όσα κανένας μας δεν θέλει να θυμάται. Εκείνες τις μαύρες μέρες του ’15 όταν η χώρα βρέθηκε με το ένα πόδι εκτός ευρωζώνης. Ωστόσο, οφείλουμε να θυμόμαστε, οφείλουμε να θυμόμαστε και να διδασκόμαστε από το παρελθόν, ιδιαίτερα γιατί είμαστε μια χώρα που πάθαμε πολλά, αλλά και μάθαμε πολλά περισσότερα. Μάθαμε ότι το προηγούμενο οικονομικό μοντέλο που βασιζόταν στην υπερκατανάλωση, απέτυχε. Μάθαμε ότι οι σύγχρονες υποδομές και η κατασκευή τους δεν αρκούν από μόνες τους για να εγγυηθούν τη συνολική οικονομική μας ανάπτυξη.

Μάθαμε ότι η ισχυρή οικονομία στη χώρα μας προϋποθέτει μια ριζική ανανέωση του κράτους, των θεσμών, αλλά κυρίως των νοοτροπιών και το βασικότερο που πρέπει να αλλάξουμε στη νοοτροπία μας, είναι η εξωστρέφεια. Να βλέπουμε ως χώρα και ως λαός που πάει ο υπόλοιπος κόσμος, να προσπαθούμε να προσαρμοζόμαστε και όχι να κλεινόμαστε στον εαυτό μας. Η αναμόρφωση του κράτους, των νοοτροπιών και των θεσμών, είναι ο πιο δύσκολος, αλλά και συνάμα και ο πιο σωστός δρόμος.

Είναι η μεγάλη πρόκληση της χώρας μας για τα επόμενα χρόνια. Εξάλλου, και αυτό σας το λέει κάποιος που το είδε από την πρώτη γραμμή της προσπάθειας, στα χρόνια της προσαρμογής οι εταίροι μας ποτέ δεν θεώρησαν τα τρία προγράμματα που εφαρμόστηκαν στη χώρα μας ως αμιγώς οικονομοτεχνικές διαδικασίες ή μοντέλα. Τα θεώρησαν κυρίως την τελευταία ευκαιρία που έχει η χώρα να αποκτήσει άξιο, ισχυρό κράτος.

Η παρουσία η δικιά μου σήμερα, καθώς και της συναδέλφου μου, της Επιτρόπου Elisa Ferreira, αποδεικνύει ότι η Ελλάδα δεν θα είναι μόνη της απέναντι σε αυτές τις νέες αναπτυξιακές προκλήσεις.

Και η ίδια η Ευρώπη οφείλει να προσαρμοστεί. Γιατί πρέπει να ξεκινήσουμε αυτό τον επανασχεδιασμό τον αναπτυξιακό και σε ευρύτερο ευρωπαϊκό μοντέλο, ειδικά στην αρχή αυτού του νέου πολιτικού κύκλου που άνοιξε τον Δεκέμβριο πέρσι και ο οποίος χωρίς καμία αμφιβολία θα είναι ο ευρωπαϊκός κύκλος της μετάβασης. Μετάβαση σε μία πράσινη Ευρώπη, μετάβαση σε μία ψηφιοποιημένη Ευρώπη και μετάβαση σε μία Ευρώπη με ανθεκτικές και συνεκτικές κοινωνίες ικανές να υπερασπίσουν και να προωθήσουν τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής.

Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω από το ευρύτερο ευρωπαϊκό οικονομικό μοντέλο. Η ευρωπαϊκή οικονομία διανύει το 7ο έτος ανάπτυξης. Κάτι που αναμένεται να συνεχιστεί και το 2020 και το 2021. Ωστόσο, οι ευρωπαϊκοί ρυθμοί ανάπτυξης παραμένουν χαμηλοί και παράγοντες όπως η υποτονική αύξηση της παραγωγικότητας, η γήρανση του πληθυσμού και η υποβάθμιση του περιβάλλοντος αποτελούν μεγάλα εμπόδια στις μεσοπρόθεσμες αναπτυξιακές μας προοπτικές. Οφείλουμε, λοιπόν, να οικοδομήσουμε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο στην Ευρώπη που μπορεί να αντιμετωπίσει αυτές τις προκλήσεις. Και κεντρικό στοιχείο σε αυτό το μεγάλο επανασχεδιασμό είναι φυσικά η έννοια της ανταγωνιστικής βιωσιμότητας και της πράσινης συμφωνίας, το περίγραμμα της οποίας παρουσιάσαμε στις 11 Δεκεμβρίου.

Η στρατηγική αυτή η καινούργια της ευρωπαϊκής ανάπτυξης, της βιώσιμης ανταγωνιστικότητας όπως θα μπορούσαμε να την πούμε, έχει τέσσερις διαστάσεις. Η πρώτη είναι φυσικά η περιβαλλοντική βιωσιμότητα και η εκφρασμένη δημόσια πολιτική δέσμευση της Ευρώπης να καταστεί η πρώτη ήπειρος στον κόσμο χωρίς εκπομπές άνθρακα μέχρι το 2050. Είναι ένας πολύ φιλόδοξος στόχος, είναι όμως ένας κεντρικός, ένας στρατηγικός στόχος για τον οποίο η Ευρώπη πρέπει να δουλέψει με συνέπεια και με πόρους.

Η δεύτερη διάσταση είναι η αύξηση της παραγωγικότητας. Λόγω της γήρανσης του πληθυσμού της Ευρώπης και των ολοένα πιο δεσμευτικών περιορισμών ως προς τους διαθέσιμους πόρους, η μελλοντική ανάπτυξη θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την αύξηση της παραγωγικότητας αλλά και την ικανότητα της Ευρώπης να ξεχωρίσει στην καινοτομία και στην έρευνα. Οφείλουμε να διασφαλίσουμε ότι η υπόσχεσή μας για ανοιχτές και ανταγωνιστικές αγορές προϊόντων, αποτελεσματικών πιστωτικών αγορών, καθώς και προσαρμοζόμενων αγορών εργασίας χωρίς αποκλεισμούς, θα είναι κεντρικά στοιχεία αυτής της δεύτερης διάστασης της αύξησης της παραγωγικότητας.

Τρίτον, θα χρειαστούμε ένα ευρύτερο κλίμα μακροοικονομικής σταθερότητας. Η σταθερότητα σε δημοσιονομικό και χρηματοπιστωτικό τομέα αρχίζει βέβαια σε εθνικό επίπεδο και μετά εξελίσσεται σε ευρωπαϊκές δεσμευτικές πολιτικές. Και εδώ δεν χωράει καμιά αμφιβολία ότι η ελληνική Κυβέρνηση προωθεί με συνέπεια τέτοιες πολιτικές που συμβάλλουν στην ευρύτερη σταθερότητα της Ευρωζώνης και στην αποφυγή ενδεχομένων κραδασμών.

Απαραίτητα συστατικά αυτής της δημοσιονομικής σταθερότητας είναι φυσικά να ολοκληρώσουμε και αυτά τα εργοτάξια της Οικονομικής Νομισματικής Ένωσης που έμειναν ακόμα στο κατασκευαστικό στάδιο, όπως είναι η εύρυθμη λειτουργία της ΟΝΕ, ο καλύτερος συντονισμός των εθνικών δημοσιονομικών πολιτικών μέσα στο σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης και η δημιουργία ενός κεντρικού δημοσιονομικού εργαλείου για την Ευρωζώνη, όπως επίσης και η ολοκλήρωση της τραπεζικής και κεφαλαιακής Ένωσης.

Τέταρτο και κεντρικό ίσως καταλυτικό στοιχείο σε αυτή τη νέα οικονομική αναπτυξιακή πολιτική είναι η μετάβαση σε μια κοινωνία δικαιοσύνης χωρίς αποκλεισμούς, κυρίως για τις περιφέρειες αλλά φυσικά και για τη βιομηχανία και τους εργαζόμενους. Πρέπει να διαθέσουμε επαρκείς πόρους, το είπε ο Πρωθυπουργός, για τον εφοδιασμό όλων των πολιτών της Ευρώπης με τις κατάλληλες δεξιότητες.  Μέσω της βασικής εκπαίδευσης, της επαγγελματικής εκπαίδευσης και της δια βίου μάθησης.

Η Ευρώπη και η Ελλάδα χρειάζονται επειγόντως μια νέα μεγάλη επανάσταση δεξιοτήτων.  Μια νέα μεγάλη επανάσταση δεξιοτήτων όμως που δεν θα αφορά τους λίγους, δεν θα αφορά αυτούς που έχουν εύκολη πρόσβαση στους μηχανισμούς, στα ταμεία και στους πόρους της κατάρτισης.

Θα πρέπει να είναι ένα καθολικό αίτημα μιας συνεκτικής κοινωνίας η οποία μπορεί και ξέρει να προσφέρει το up skilling και το re-skilling σε όλους τους πολίτες της χώρας, της Ευρώπης σε μια κοινωνία και αγορά εργασίας που αλλάζει με εξαιρετικά γρήγορους ρυθμούς.

Έρχομαι τώρα στις προκλήσεις, τις ευκαιρίες για τη χώρα μας.  Φαντάζομαι πολλούς από εσάς να σκέφτεστε ότι ωραία είναι τώρα όλα αυτά που ακούμε, αλλά στην Ελλάδα έχουμε ακόμα παρόλη την πρόοδό μας ανεργία 17% και εσείς μας μιλάτε για πράσινη ανάπτυξη, ανάπτυξη του περιβάλλοντος και πράσινη οικονομία.

Απαντώ ότι η πράσινη και η ψηφιακή Ελλάδα ίσως είναι πολύ πιο κοντά μας από όσο πολλοί νομίζουμε. Η Ελλάδα μπορεί να ανταγωνιστεί σε αυτό το νέο πλαίσιο και ήδη διαφαίνονται πολλές πρώτες θετικές ενδείξεις.  Δίνω ένα μόνο παράδειγμα, η Ελλάδα αυτή τη στιγμή είναι η 6η χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε αριθμό eco- labeling, δηλαδή σε αριθμό οικολογικής σήμανσης προϊόντων και υπηρεσιών που ακολουθούν μια ιδιαίτερη αξία προστιθέμενη και πρόσβαση σε ανταγωνιστικές αγορές.

Και η Ευρωπαϊκή Ένωση θα βοηθήσει έτσι ώστε η χώρα μας να διαχειριστεί τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες αυτές μέσα στο νέο οικονομικό πρότυπο. Η Επίτροπος, η κυρία Ferreira, αμέσως μετά θα σας παρουσιάσει αναλυτικά τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας για αυτό το νέο ξεκίνημα.

Φυσικά η συζήτηση για τους νέους πόρους συνεχίζεται στο ευρωπαϊκό επίπεδο αλλά νομίζω και δεν νομίζω ότι είναι μια αισιόδοξη, θα έλεγα είναι μια ρεαλιστική προσδοκία να περιμένουμε ότι η Ελλάδα και στην επόμενη επταετία μπορεί να προσδοκά ένα ποσό περίπου 21 δισεκατομμυρίων ευρώ στο πλαίσιο της πολιτικής για την περιοχή προγραμματισμού ’21-’27, μιλάμε για αύξηση άνω των 5 δισεκατομμυρίων ευρώ 8% σε σύγκριση με την τρέχουσα περίοδο

Και θέλω να καθησυχάσω όχι μόνο τον Πρωθυπουργό αλλά και όλους τους παρόντες ότι δεν χωρά καμιά αμφιβολία και ότι και στο νέο πλαίσιο οι τρεις βασικές αναπτυξιακές συνιστώσες, η σύγκληση η περιφερειακή, η γεωργική οικονομία αλλά και η ασφάλεια και η μετανάστευση θα έχουν τους απαραίτητους πόρους που θα είναι στο ύψος των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα.

Οι επενδυτικές προτεραιότητες οι ελληνικές θα πρέπει να επικεντρωθούν σε ένα πιο καινοτόμο, εξωστρεφές μοντέλο ανάπτυξης, φυσικά με το περιβάλλον αλλά επαναλαμβάνω λέγοντας ότι το περιβάλλον μπορεί να αποτελέσει ένα βασικό ανταγωνιστικό αναπτυξιακό εργαλείο της χώρας.

Η Ελλάδα μπορεί και είναι ρεαλιστικό να γίνει ο πράσινος πρωταθλητής της Ευρώπης.  Τομείς που έχουν ήδη σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης και έχουν τεράστιες προοπτικές σε αυτή την κατεύθυνση είναι τομείς για τους οποίους εδώ στη χώρα μας τα έχουμε καταφέρει.

Μιλάμε για τον τουρισμό, για τα προϊόντα και τα τρόφιμα υψηλής αξίας με το ανάλογο οικολογικό και ποιοτικό σήμα, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τα πράσινα logistics.

Στη χρηματοδότηση των πράσινων επενδύσεων η Κομισιόν θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στα χρόνια που έρχονται.  Το επενδυτικό σχέδιο για τη βιώσιμη Ευρώπη που μόλις την περασμένη Τετάρτη προτάθηκε από την Επιτροπή, είναι η γενική στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις πράσινες επενδύσεις από το δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, ένα πράσινο σχέδιο Juncker, για να συνεννοούμαστε, με στόχο την κινητοποίηση ενός τρισεκατομμυρίου ευρώ κατά την προσεχή δεκαετία.

Η μετάβαση σε μία ουδέτερη από πλευράς εκπομπών οικονομία θα απαιτήσει βέβαια χρόνο, στήριξη και αλληλεγγύη. Και αυτός ακριβώς είναι ο λόγος για τον οποίο προτείναμε, αυτή την εβδομάδα επίσης, το μηχανισμό δίκαιης μετάβασης που περιλαμβάνει και τη δημιουργία ενός ειδικού ταμείου ώστε να μην μείνουν στο περιθώριο περιοχές όπως η Δυτική Μακεδονία και η Μεγαλόπολη.

Και πιστεύω, κύριε Πρωθυπουργέ, κύριοι Υπουργοί, ότι το κομμάτι που μας αναλογεί από την ευρύτερη τούρτα της δίκαιης μετάβασης είναι μάλλον ικανοποιητικό, θα έλεγα εξαιρετικά ικανοποιητικό στο ύψος των προσδοκιών μας.

Εγώ εκτιμώ ότι μέσα από αυτή την νέα αρχιτεκτονική των μηχανισμών μετάβασης η Ελλάδα θα μπορεί να αντλήσει επιδοτήσεις και δάνεια συνολικής αξίας περίπου 4 δισεκατομμυρίων για την επόμενη 7ετία και για στοχευμένες δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις σε εναλλακτικές δραστηριότητες στις εν λόγω περιοχές που, όπως δείχνουν οι πρώτες μελέτες, θα μπορούσαν να δημιουργήσουν άμεσα πάνω από 7.000 θέσεις εργασίας. Με αυτό τον τρόπο θα δείξει η Ευρώπη στην πράξη έμπρακτα ότι η αλληλεγγύη και η κοινωνική δικαιοσύνη είναι στην καρδιά του νέου οικονομικού πρότυπου.

Τέλος, θα ήθελα να μιλήσω για τις ευθύνες και τις ευκαιρίες σε αυτή τη νέα φάση με την κρίση πίσω μας και τους αναπτυξιακούς ορίζοντες μπροστά μας που έχουν μία ιδιαίτερη σημασία για τη χώρα μας. Η κρίση μάς έμαθε ότι οι ευρωπαϊκοί πόροι δεν μπορούν από μόνοι τους να δημιουργήσουν βιώσιμη ανάπτυξη αν το ευρύτερο επενδυτικό κλίμα δεν συνοδεύει αυτή την πολιτική βούληση. Για αυτό το λόγο οι μεταρρυθμίσεις που δρομολογήθηκαν στο πλαίσιο των τριών προγραμμάτων στήριξης πρέπει να διασφαλιστούν και η δυναμική τους πρέπει να διατηρηθεί προκειμένου να υποστηριχθεί αυτή η νέα αξιοπιστία της οικονομικής επανεκκίνησης.

Η νέα ελληνική Κυβέρνηση, και δεν το λέω εγώ, ήδη από τις πρώτες μέρες έχει δημιουργήσει μία σταθερή βάση για αυτό το ισχυρό οικονομικό και επενδυτικό reset που χρειάζεται η χώρα. Αυτό αποδεικνύεται, φυσικά, από την αποκλιμάκωση των επιτοκίων δανεισμού της χώρας, από την αύξηση του διεθνούς ενδιαφέροντος για τις άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα αλλά αποδεικνύεται φυσικά και από το θετικό μήνυμα του Eurogroup τον Δεκέμβριο που συμφώνησε να εκταμιεύσει τη δεύτερη δόση των έκτακτων μέτρων για το χρέος.

Κοιτάζοντας μπροστά μας βλέπουμε ότι τώρα μπαίνουμε στο κρίσιμο στάδιο της υλοποίησης των διαρθρωτικών αλλαγών που αποφασίσαμε τη δεκαετία της κρίσης. Και στο σημείο αυτό, ακριβώς γιατί μιλάμε για το μελλοντικό μας σχεδιασμό, θα ήθελα να επισημάνω τρεις βασικές προτεραιότητες, διαπιστώσεις, ας πούμε τρεις συν μία.

Πρώτον, ότι η προώθηση της ευρείας κλίμακας μεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση του επιχειρηματικού και του επενδυτικού κλίματος με τομές στη φορολογία, την ολοκλήρωση, επιτέλους, του κτηματολογίου, την απλούστευση των διαδικασιών για τις επενδύσεις, τις ιδιωτικοποιήσεις και την τάξη στην αγορά ενέργειας, αυτή η πρώτη οικογένεια επενδυτικών τομών πρέπει να ολοκληρωθεί άμεσα.

Δεύτερον, χρειαζόμαστε ένα υποστηρικτικό επενδυτικό κλίμα που η δημόσια διοίκηση θα δίνει με αποτελεσματικότητα, διαφάνεια, αξιοκρατία και εντιμότητα.

Και οι μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση πρέπει να ολοκληρωθούν. Αυτό που  ξεκίνησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης θα το ολοκληρώσει ως Πρωθυπουργός. Είναι μία μεγάλη εθνική προτεραιότητα γιατί κανένας μας δεν ξεχνάει ότι στην αρχή της κρίσης η ελληνική δημόσια διοίκηση δεν είχε οργανογράμματα, δεν είχε περιγραφές καθηκόντων για τους δημοσίους υπαλλήλους, δεν είχε κανένα είδος αξιολόγησης, δεν είχε κανένα είδος ριζικής, ορθολογικής επανασχεδίασης του κορμού του Διοικητικού της χώρας.

Τρίτον, η ανάπτυξη στο μέλλον θα πρέπει φυσικά να υποστηριχθεί από την περαιτέρω εξομάλυνση του χρηματοπιστωτικού τομέα, μεταξύ άλλων, μέσω της εναρμόνισης του πλαισίου αφερεγγυότητας και τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές.

Είπα τρεις και μία προτεραιότητες και κράτησα για το τέλος, μια πιο προσωπική εκτίμηση που εγώ θεωρώ κρίσιμη, μιας και μιλάμε για το σχεδιασμό των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων για τα επόμενα χρόνια. Οι κοινοτικές χρηματοδοτήσεις και τα κοινοτικά εργαλεία πρέπει κυρίως να βοηθούν όχι τόσο τους μέσα, αλλά κυρίως τους απ’ έξω. Αυτούς που θέλουν πρόσβαση στην παραγωγή. Αυτούς που είναι έτοιμοι να ρισκάρουν, αυτούς που έχουν κεφάλαια, δεξιότητες, εμπειρίες, γνώση, κέφι, να προσφέρουν στην εθνική οικονομία.

Πολλοί από αυτούς είναι τα πιο λαμπρά μυαλά της χώρας που έφυγαν την τελευταία δεκαετία, αλλά βλέπουν τώρα τα πρώτα πράσινα φύλλα της ανάπτυξης και ετοιμάζονται να γυρίσουν. Αλλά, δεν θα γυρίσουν αν δεν έχουν την ακλόνητη βεβαιότητα ότι όλα αυτά που σχεδιάζουμε τους αφορούν. Δεν αφορούν απλώς την υπεράσπιση αυτών που έχουν την τύχη να είναι μέσα στο παραγωγικό σύστημα, αλλά δίνουν διεξόδους, προοπτικές και ευκαιρίες για αυτούς που είναι απ’ έξω.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση επαναλαμβάνω θα είναι στο πλευρό της χώρας σε αυτό το δύσκολο, αλλά αναγκαίο δρόμο. Ας είναι η επόμενη δεκαετία η πραγματική και καθολική απογείωση της δυναμικής της Ελλάδας, που τόσο στερηθήκαμε, αλλά και τόσο δικαιούμαστε».

 

 

Επισυνάπτεται φωτογραφικό υλικό